Το διεθνές βραβείο του ιδρύματος Gruber τιμά κάθε χρόνο άτομα από το χώρο της κοσμολογίας, της γενετικής, των νευρωεπιστημών, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ισότητας των δύο φύλων, των οποίων η πρωτοποριακή εργασία επιφέρει θεμελιώδεις αλλαγές στον πολιτισμό και στον τρόπο που κατανοούμε τον κόσμο.
Για το 2011 το βραβείο Gruber στην κοσμολογία απονεμήθηκε στους αστροφυσικούς Roger Davis, Carlos Frenk, Simon White και τον κυπριακής καταγωγής Γεώργιο Ευσταθίου, γνωστοί και ως συμμορία των τεσσάρων, οι οποίοι στη δεκαετία του 80 ανέπτυξαν πρωτοποριακές αριθμητικές μεθόδους που τους επέτρεψαν να ερμηνεύσουν την δημιουργία των δομών που παρατηρούμε στο Σύμπαν (ομάδες, σμήνη και υπερσμήνη γαλαξιών).
Η αρχή της συνεργασίας των τεσσάρων αστροφυσικών ξεκίνησε το 1981 από μια πρωτοποριακή για την εποχή επισκόπηση του ουρανού, με επικεφαλής τον Davis, η οποία μέτρησε τις αποστάσεις περίπου 2500 γαλαξιών. Οι παρατηρήσεις έδειξαν, για πρώτη φορά, ότι η κατανομή των γαλαξιών στο χώρο μοιάζει με ιστό αράχνης. Συγκεντρώνονται σε μακριές ίνες και υπερσμήνη, τα οποία διαχωρίζονται από κοσμικά κενά, όπου η πυκνότητα της ύλης είναι πολύ χαμηλότερη από το μέσο όρο (Σχήμα 1).
Την εποχή εκείνη υπήρχαν δύο ανταγωνιστικές κοσμολογικές θεωρίες για τη δημιουργία των δομών μεγάλης κλίμακας στο Σύμπαν. Και οι δύο απαιτούσαν την ύπαρξη σκοτεινής ύλης, μυστηριώδη σωματίδια τα οποία δεν εκπέμπουν ακτινοβολία αλλά κάνουν αισθητή την παρουσία τους μέσω της βαρυτικής έλξης που ασκούν στη συνήθη (φωτεινή) ύλη. Η ύπαρξη της σκοτεινής ύλης, ως κυρίαρχης μορφής ύλης στο Σύμπαν για την οποία όμως ακόμη και σήμερα δεν γνωρίζουμε τίποτα, είχε γίνει αποδεκτή μία δεκαετία νωρίτερα για τη ερμηνεία της περιστροφής αστέρων γύρω από τα κέντρα σπειροειδών γαλαξιών. Η μία κοσμολογική θεωρία υπέθεται ότι η σκοτεινή ύλη είναι θερμή, αποτελείται δηλαδή από σωμάτια που κινούνταν με ταχύτητες κοντά σε αυτή του φωτός. Η εναλλακτική θεωρία υπαγόρευε ότι τα σωματίδια της σκοτεινής ύλης είναι ψυχρά, κινούνται με ταχύτητες πολύ μικρότερες από αυτή του φωτός.
Οι παρατηρήσεις του Davis θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να ελέγξουν ποια από τις δύο υποθέσεις ήταν σωστή. Όμως στις αρχές της δεκαετίας του 80 δεν υπήρχε θεωρητική πρόβλεψη για το πως θα έμοιαζε το Σύμπαν στην περίπτωση θερμής ή ψυχρής σκοτεινής ύλης για να συγκριθεί με την παρατήρηση. Η υπολογιστική δύναμη ήταν περιορισμένη ενώ το πρόβλημα του πως εξελίσσεται η ύλη από το πρώιμο Σύμπαν μέχρι σήμερα υπό την επίδραση της βαρύτητας ήταν και εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά πολύπλοκο.
Ο Ευσταθίου είχε την ιδέα να προσαρμόσει στην κοσμολογία υπολογιστικές τεχνικές που χρησιμοποιούνταν σε προσομοιώσεις φυσικής στερεάς κατάστασης για τη μελέτη μικροκρυστάλλών. Στη συνέχεια οι Davis, Frenk και White χρησιμοποίησαν την μεθοδολογία του Ευσταθίου για να προβλέψουν πως εξελίσσονται οι δομές στο Σύμπαν υπό την επίδραση της βαρύτητας. Οι προσομοιώσεις έδειξαν ότι αν η σκοτεινή ύλη είναι θερμή το Σύμπαν παραμένει ομοιόμορφο και δεν αποκτά ποτέ τη μορφή ιστού αράχνης (βλέπε Σχήμα 2). Αντίθετα η ψυχρή σκοτεινή ύλη παράγει συγκεντρώσεις ύλης που μοιάζουν με την παρατήρηση.
Η έρευνα της συμμορίας των τεσσάρων έθεσε τις βάσεις για την εικόνα που έχουμε για το Σύμπαν σήμερα: κυριαρχείται από την μυστηριώδη ψυχρή σκοτεινή ύλη, αλλά και την ακόμη πιο αινιγματική σκοτεινή ενέργεια που αντιτίθεται στη βαρύτητα και επιτρέπει στο Σύμπαν να επιταχύνεται. Αν και οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν τι είναι η σκοτεινή ύλη και η σκοτεινή ενέργεια, οι παραπάνω υποθέσεις είναι σε θέση να αναπαράγουν με μεγάλη ακρίβεια την παρατηρούμενη κατανομή της ύλης σε μεγάλες κλίμακες (σμήνη, υπερσμήνη, κοσμικά κενά).